Σάββατο 28 Απριλίου 2007

Αναμνήσεις....




Σήμερα καθώς γύριζα από το φροντιστήριο με πήρε τηλέφωνο μια θεία μου που μου είχε δανείσει τη φωτογραφική της μηχανή για το Στρασβούργο. Την ήθελε πίσω κι εγώ σαν άνθρωπος στην κοσμάρα μου ακόμα δεν της την είχα επιστρέψει. (Είμαι και λίγο καφρούκος αλλά δεν το λέμε…) Τέσπαν με το που γυρίζω σπίτι βάζω τις μπαταρίες της φωτογραφικής να φορτίσουν. Αλλά ήθελα να σβήσω και τις φωτογραφίες που είχα από Στρασβούργο να μην την επιστρέψω έτσι! Έτσι λοιπόν έκανα ανάστα ο κύριος το δωμάτιό μου για να βρω μπαταρίες να κάνω τη ’’βρωμοδουλειά!’’ στο δωμάτιό μου δεν βρήκα κι έτσι πήγα στο δωμάτιο του αδερφού μου ο οποίος είναι αυτή τη στιγμή Σέρρες (σπουδάζει) Εκεί στη βιβλιοθήκη του βρήκα ένα παλιό walkman! (Δε νομίζω να κυκλοφορούν ακόμα αυτά! Τώρα πλέον το i-pod έχει γίνει must!). Τεσπαν να μην σας τα πολυλογώ μέσα στο walkman ανακάλυψα μια παλιά κασέτα. Ο τίτλος έχει πάνω «Κάτω τα κουλά σου» Ήταν μια παλιά προειδοποίηση που είχα βάλει στον αδερφό μου που τότε ό,τι κασέτα έβρισκε την διπλό και τριπλό έγραφε! Βάζω λοιπόν στο ηχοσύστημα να ακούσω την κασέτα που θυμόμουν ότι είχα γράψει ωραία τραγουδάκια… Αλλά είχα ξεχάσει ότι την κασέτα δεν την είχα τελειώσει όλη και γι αυτό το λόγο είχα γράψει, είχα μάλλον ηχογραφήσει διάφορες φάσεις της παρέας μου μέσα! (Το walkman ηχογραφούσε κι όλας ήταν πολύ hi-tech για τη γενιά του!). δεν μπορείτε να φανταστείτε το χαμόγελό μου που είχε φτάσει όταν άρχισα να ακούω αυτές τις γνώριμες παιδικές φωνούλες που χασκογελούσαν και περνούσαν καλά από τότε! Σε συνδυασμό με τα άπαιχτα τραγουδάκια που κρύβει αυτή η κασέτα έχει κερδίσει μια επάξια (θα μπορούσα να πω την καλύτερη) θέση στο χρονόκουτο και το χρονοντούλαπο μου! (Αυτό για σένα Nemo και Helena που κάνατε πρώτες τη νύξη περί αναμνήσεων…). Δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό ρε παιδιά… Είμαι μόλις δεκαοχτώ χρονών και έχω αρχίσει και νοσταλγώ τις εποχές του γυμνασίου; Μου ακούγεται πολύ κουλό! Εσείς δηλαδή τι αναπολείτε; Anyway, περιττό να σας πω ότι πήρα τηλέφωνο όλους τους «συντελεστές παραγωγής» της κασέτας και τους την έβαλα να την ακούσουν! Εάν με συγκινούν μια φορά αυτά τα πειστήρια ότι υπήρξα και μικρός (όχι ότι τώρα δεν είμαι) φανταστείτε τι συγκίνηση θα μου φέρνουν σε καμία δεκαριά χρόνια! Άλλες εποχές άλλες έγνοιες, όλα διαφορετικά… Σταματώ γιατί σας κούρασα. Μπορεί όλα να έχουν εξελιχθεί (και τώρα πλέον να έχω και videos με τις τρέλες της παρέας) αλλά αυτό είναι το πιο ανεκτίμητο τρόπαιο που έχω κρατήσει από εκείνη την εποχή… Ελπίζω μόνο να είστε κι εσείς τόσο τυχεροί και να έχετε κρατήσει παρόμοια «κειμήλια»…


Ενδεικτικά σας γράφω και μερικά τραγούδια που περιέχει η κασέτα…

Too much your heaven –Eifel 65
Words –FR David
Blue da be die da be da- Eifel 65
Τα καράβια μου καίω- Νίκος Πορτοκάλογλου
Να με προσέχεις- Νίκος Πορτοκάλογλου
Υποφέρω –Δέσποινα Βανδή! (Τότε ήταν super hit!)
Και αρκετά άλλα! (Για να μην μιλήσω για τις απερίγραπτες ερμηνείες των «Συντελεστών παραγωγής στα παραπάνω τραγούδια!)

Τρίτη 24 Απριλίου 2007

Η άλλη πλευρά της ψευδαίσθησης!

Το επόμενο κείμενο θα μπορούσε να ήταν στο blog μου illusions αλλά προτίμησα να το βάλω εδώ πέρα. Είναι "η άλλη μεριά" (Με πολλές διαοφρές όμως) Όπως και να χει ελπίζω να το απόλαύσετε!








Τι όμορφη νύχτα! Τι υπέροχος ουρανός! Όλα τόσο τέλεια πλασμένα, όλα τόσο τέλεια ταιριαστά! Σαν εμάς!
Εγώ και εσύ περπατάμε, ή μάλλον ονειροβατούμε στην ακροθαλασσιά. Η ψυχή μου και η ψυχή σου χορεύουν σφιχταγκαλιασμένες το βαλς της ζωής. Το χέρι σου με κρατάει απ τους ώμους ενώ το δικό μου έχει γλιστρήσει πιο χαμηλά, στη μέση σου. Ο ήχος των κυμάτων είναι τώρα θεσπέσιο τραγούδι και ο ψίθυρος της φωνής σου, λαλιά πολύ καλού τραγουδιστή.
Μιλάμε χαμηλόφωνα, σχεδόν ψιθυριστά. Δεν θέλουμε να ξυπνήσουμε την πλάση, φοβόμαστε ότι θα ξυπνήσουμε και εμείς αν μιλήσουμε πιο δυνατά. Θα ξυπνήσουμε απ αυτό το υπέροχο όνειρο που λέγεται ζωή. Τα χείλη σου σχεδόν ακουμπάνε το αυτί μου όταν μου ψιθυρίζεις εκείνο το πρώτο «σ αγαπώ»
Ξαφνικά για μένα ο κόσμος αλλάζει. Τα άστρα λάμπουν πιο δυνατά και το φεγγάρι κρυμμένο ως τώρα, βγαίνει και φωτίζει τα χλωμά σου μάτια. Σε κοιτάω θαρραλέα και δακρυσμένη, με τη φωνή μου να σπάει ψιθυρίζω, «και γω σ αγαπάω» με σφίγγεις στην αγκαλιά σου και όλα γύρω μου μετατρέπονται σε μια πανδαισία χρωμάτων. Μπλε, κίτρινο, μαύρο, ασημί όλα ανακατεύονται στο μυαλό μου και η μυρωδιά της κολόνιας σου μου φέρνει στο μυαλό τα χρόνια που περάσαμε μαζί. Μέσα απ του λυγμούς μου σου λέω σ αγαπώ και τότε λυγίζεις και εσύ. Δεν είμαι πια θυμωμένη. Το μόνο που έχει μείνει στην καρδιά μου είναι πόνος. «Σ αγαπάω, δε θέλω να σε χάσω» σου λέω κοιτώντας σε στα μάτια. Τα χείλη μου τρέμουν, η ανάσα μου έχει κοπεί, τα μάτια μου μουτζουρώθηκαν καθώς τα δάκρυα χάραζαν δρόμους στα μάγουλα μου
.





Με κοιτάς με τα δικά σου απελπισμένα μάτια και ενώ τα δάκρυα είχαν αρχίσει να τρέχουν και σε σένα με φιλάς. Με φιλάς όπως την πρώτη φορά.
Το πάθος μας παρασύρει, τα δάκρυα παύουν, πέφτουμε στην άμμο και το μόνο που υπάρχει πλέον είναι εγώ για σένα και εσύ για μένα.
Το πρώτο φως του ήλιου μας βρίσκει γυμνούς, αγκαλιασμένους, αγαπημένους. Είχα αποκοιμηθεί ακούγοντας την ανάσα σου, νιώθοντας την καρδιά σου.
Ξυπνάω τρομαγμένη. Προσπαθώ να σε ξυπνήσω αλλά μάταια. Αρχίζω να κλαίω και τα δάκρυα μου πέφτουν καυτά πάνω στο ακούνητο στήθος σου. Αρχίζω να σε ταρακουνάω βίαια φωνάζοντας σου πως σ αγαπώ, πως σε χρειάζομαι, πως όλα τελειώνουν χωρίς εσένα.
Ξαφνικά σε νιώθω κρύο, παγωμένο. Σε παίρνω στην αγκαλιά μου και κλαίω βουβά. Οι δρόμοι έχουν γίνει χαρακιές στα μάγουλα μου, στην ψυχή μου.
Κλαίω για πολύ ώρα. Αν ήξερα πως αυτό ήταν το τελευταίο σου βράδυ θα σ έπαιρνα αγκαλιά, θα σε φιλούσα και σου έλεγα χίλιες και παραπάνω φορές πόσο σ αγαπάω. Αν ήξερα πως ήταν το τελευταίο σου βράδυ θα απομνημόνευα κάθε σου κίνηση, θα μάζευα κάθε σου δάκρυ, θα σταματούσα το χρόνο για μας.
Έχουν περάσει δέκα χρόνια από τότε. Δεν είμαι πλέον είκοσι δύο χρονών. Και συ δεν είσαι εδώ. Δεν είσαι εδώ και η απουσία σου με πληγώνει πιο πολύ και απ το να μου κάρφωναν ένα μαχαίρι στην καρδιά. Στα χέρια μου κρατώ τη στάχτη σου. Σ έφερα στο αγαπημένο μας μέρος. Έτοιμη να σ αφήσω ελεύθερο.
Ανεβαίνω στα βράχια, εκεί που παίζαμε όταν ήμασταν παιδιά, και σ αφήνω ελεύθερο.
Τα μάτια μου έχουν στερέψει από δάκρυα τα τελευταία δέκα χρόνια. «Σ αγαπώ» ψιθυρίζω και ορκίζομαι πως σ άκουσα να μου το λες και εσύ. Είμαι πλέον σίγουρη για το τι πρέπει να κάνω.
Βρίσκομαι στην άκρη του γκρεμού. Κάτω μου απλώνονται μίλια θάλασσας. Μίλια ελευθερίας. Το αεράκι παρασύρει τα μαλλιά μου και το τελευταίο δάκρυ, ο τελευταίος πόνος, κυλάει τώρα στο πρόσωπο μου.
Κάνω ένα βήμα και καθώς πέφτω είμαι ευτυχισμένη. Νιώθω το κορμί μου βαρύ σαν ατσάλι να πέφτει και να γίνεται χίλια κομμάτια πάνω στα βράχια. Εγώ όμως είμαι ευτυχισμένη.
Η ψυχή μου είναι τώρα με τη δική σου. Με βλέπεις να έρχομαι από μακριά και μου χαμογελάς. ΣΕ περίμενα μου λες και με πιάνεις απ τη μέση. «Σε περίμενα να περπατήσουμε ξανά μαζί στην ακροθαλασσιά, ακούσουμε το τραγούδι και να μιλήσουμε χαμηλόφωνα.», «Σ αγαπώ» λέω και νιώθω τόσο ευτυχισμένη. Και έτσι, σφιχταγκαλιασμένες, οι ψυχές θα χορεύουν για πάντα…
Το βαλς της ζωής…

Της Νένας μου...

Δευτέρα 16 Απριλίου 2007

Αν, Η δική μου συνέχεια!

Το παρακάτω κείμενο εμπνεύστηκε από το ποίημα του Richard Kipling "Αν" Μπορεί να μην είναι αντάξιο του (σε καμία περίπτωση) αλλά δεν θα μπορούα να μην αναφέρω τον εμπνευστή του εν λόγω κειμένου...











Αν αυτά που επιθυμείς πραγματικά στην ζωή μπορείς να κρατήσεις κοντά σου, τότε τον εαυτό σου να θεωρείς ευτυχισμένο. Κι ακόμα κι αν δεν μπορέσεις να τους κρατήσεις, και πάλι προχώρα, προσπάθησε και πάλεψε γι’ αυτά! Και τότε, ακόμα και αν φύγουν, εσύ θα είσαι ευτυχισμένος. Γιατί θα ξέρεις πως έκανες ότι μπορούσες… Κι αν η ελπίδα είναι κατ’ εσέ μακρυά σου, είναι γιατί εσύ την αναζητείς εκεί. Γιατί αν την ψάξεις πιο προσεκτικά, θα δεις ότι αυτή ποτέ δεν έφυγε από κοντά σου και αντίθετα με ό,τι εσύ πιστεύεις, έκανε τα πάντα για να δεις ότι ήταν τόσο μα τόσο κοντά… Αν επιζητείς την αλήθεια μέσα στα ψέματα και τα σκουπίδια, να ξέρεις ότι εισαι στον σωστό δρόμο. Το να αναζητείς την αλήθεια σημαίνει ότι είσαι έτοιμος να την δεις, και αφού είσαι έτοιμος, θα δεις ότι η αλήθεια πάντα κρύβει μέσα της ένα μικρό ψέμα. Και το ψέμα αφήνει ακάθαρτη και βρώμικη την ψυχή… αν αναζητείς την αγάπη… Αν αναζητείς την αγάπη, αυτό το ποίημα, ή μάλλον κανένα ποίημα δεν θα σε βοηθήσει να την βρεις! Κι αυτό γιατί η αγάπη μπορεί πολύ εύκολα να καταγραφεί στο χαρτί, ακόμα κι από έναν ο οποίος δεν την έχει γνωρίσει σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της, αλλά πολύ δύσκολα περνάει από την θεωρία στην πράξη…

Αν την ζωή σου σε διάφορα τρυπάκια προσπαθείς να εντάξεις, τότε μεγάλο λάθος ολόκληρη η ζωή σου! Γιατί ζωή χωρίς αυθεντικότητα και πρωτοτυπία δεν είναι δική σου ζωή, αλλά ζωή κάποιου άλλου, άγνωστου προς εσένα! Αν τον εχθρό σε μια στιγμή φίλο να τον θεωρείς, και τη ζωή από μια θλιβερή σκιά σε φωτεινή και καθάρια ημέρα να την κάνεις, τότε ευτυχισμένο τον εαυτό σου να θεωρείς! Γιατί θα βρίσκεις την ευτυχία σε απλά πράγματα, καθημερινά που θα σε γεμίζουν ζωή. Κι όταν οι άλλοι θα σε ρωτάνε: «που βρίσκεις όλη αυτή την ενέργεια και την ελπίδα για τη ζωή»; Εσύ θα απαντάς με ένα απλό: «δεν ξέρω, απλά είμαι ο εαυτός μου»! Κι αν μπορείς να εκδηλώνεις τα συναισθήματά σου χωρίς να φοβάσαι τις αντιδράσεις των γύρω σου, τότε…τότε έχεις κερδίσει το μεγαλύτερο στοίχημα με την ζωή. Έχεις αποδεχτεί αυτό που πραγματικά είσαι και δεν φοβάσαι να το δείξεις σε όλον τον κόσμο. Και η δυστυχία δεν ταιριάζει στον πανέμορφο και πολυποίκιλτο πίνακα της ζωής, όπως δεν ταιριάζει η καταιγίδα σε μια μέρα με αιθρία! Όπως δεν ταιριάζει και μια πηγή νερού σε μια έρημο. Μα όταν βρεθείς σε μια όαση της ερήμου, ύστερα από χιλιόμετρα χωρίς νερό, «ω» μονολογείς. «τι παράδεισος»! , μήπως τελικά ψάχνουμε σε λάθος συναισθήματα τον παράδεισο;

Παρασκευή 13 Απριλίου 2007

Αμέσως τώρα πια....

Όλα ξαφνικά μια μέρα θα φύγουν. Και εμένα δεν θα με ρωτήσει ποτέ κανένας εάν ήθελα να καταλήξουμε σε αυτό το σημείο ή αν το διάλεξα. Κάπως έτσι κύλησε η ζωή μου μέχρι τώρα. Είμαι σαράντα πέντε ετών και αναζητώ την χαμένη μου νιότη και τα όνειρα που πήγαν χαμένα ανάμεσα σε κυκεώνες επαγγελματικούς και ευχαριστήσεις των άλλων. Φωνάζω! Φωνάζω στη μέση του πλήθους , μα κανένας δεν με ακούει, κανένας δεν ενδιαφέρεται! Κανένας δεν υπάρχει για εμένα! Και το χειρότερο είναι ότι το ήξερα όταν άρχισα, ότι σιγά σιγά κάτι τέτοιο θα με καταστρέψει. Ότι ακολουθώντας αυτόν τον δρόμο θα χάσω τους φίλους μου και αυτούς που με αγαπούν…


Το τίμημα ήταν πολύ βαρύ, αλλά τότε δεν μπορούσα να το συλλάβω. Τώρα που είμαι σε θέση και έχω άπλετο χρόνο να το καλοσκεφτώ, ποτέ δεν θα ακολουθούσα τον δρόμο που ακολούθησα μέχρι τώρα. Κι όλα θα φύγουν. Όλα θα εξαφανιστούν μια μέρα και δεν θα με ρωτήσει ποτέ κανένας εάν εγώ ήθελα να γίνουν έτσι τα πράγματα. Μα γιατί να με ρωτήσει; Στο κάτω κάτω της γραφής, εγώ ήμουν αυτός που το επέλεξε! Ας ήμουν σε θέση να αποφύγω την αυτοκαταστροφική τάση που με είχε κυριεύσει.

Όλα ξεκίνησαν, γύρω στα τριανταπέντε χρόνια πίσω. Όταν ο μικρός μου εγκέφαλος, άρχισε να γίνεται μεγαλύτερος, και τα μικρά, καθημερινά και απλά πράγματα που μου συνέβαιναν τότε, άρχισαν να γίνονται όλο και πιο πολύπλοκα. Σε όλους τους τομείς σε όλα τα θέματα. Και ο χρόνος κυλούσε αδυσώπητα. Και οι υποχρεώσεις όλο και πλήθαιναν και κόντευαν να με πνίξουν. Μα πάντα, πάντα είχα ένα μικρό παραθυράκι για να ξεφεύγω από όλα αυτά. Ένα μίτο που η Αριάδνη δεν σταματούσε ποτέ να φτιάχνει και να με ξελασπώνει κάθε στιγμή.

Όταν έχεις πολλά πράγματα να κάνεις μέσα στη ζωή σου, ο χρόνος αρχίζει και κυλάει με διαφορετικούς ρυθμούς από μπροστά σου. Εσύ γίνεσαι απλώς ένας θεατής που παρακολουθείς τα γεγονότα να εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια σου, χωρίς να μπορείς να επέμβεις, τουλάχιστον έτσι νομίζεις. Έτσι λοιπόν, από τα δέκα, φτάνουμε στα δώδεκα. Τώρα πλέον αρχίζω και καταλαβαίνω, ότι ο ρόδινος κόσμος που μέχρι τότε νόμιζα ότι ζω, έχει πολλά αγκάθια και μελανά σημεία. Ο παράδεισος είναι πολύ μακρυά απ όσο νόμιζα ότι είναι και η ζωή πλέον σταματάει να μου χαρίζεται. Τα παραθυράκια πλέον λιγοστεύουν, σχεδόν εξαφανίζονται! Αλλά εγώ ακόμα απολαμβάνω αυτές τις μικρές πολυπόθητες στιγμές ανάμεσα στους αιώνες που αισθάνομαι ότι ζω μέσα στους βάλτους της ζωής.

Στα δεκατρία μου, αισθάνομαι αυτό που οι μεγαλύτεροι καλλιτέχνες έχουν προσπαθήσει να το απαθανατίσουν σε πίνακες, τραγούδια, γλυπτά και κάθε άλλο είδος τέχνης, αλλά δεν τα έχουν καταφέρει ούτε στο ελάχιστο. Τον έρωτα. Τον βρήκα στα μάτια της Ελένης. Της ομορφότερης κοπέλας του σχολείου μας. Ήταν καινούρια στην γειτονιά, αλλά κι εμείς ήμασταν καινούριοι σε έναν νέο κόσμο που λέγεται γυμνάσιο. Έτσι δεν ήταν πολύ δύσκολο να εγκλιματιστούμε και οι μεν και η δε. «Τα φτιάξαμε» ένα μήνα μετά την έναρξη του σχολείου και κράτησε αυτή η σχέση δύο χρόνια. Ήταν πανέμορφη. Ξανθιά, με μάτια που καθρέφτιζαν τα χρώματα του Αιγαίου, σε πλήρη αγαλλίαση και λιακάδα του Αυγουστιάτικου μεσημεριού. Βαθύ μπλε. Και η ματιά της ήταν ακόμα πιο διαπεραστική. Δυστυχώς, οι μέρες, ή μάλλον τα χρόνια, της ευτυχίας πέρασαν πολύ γρήγορα. Καθώς όταν είσαι ευτυχισμένος, ο χρόνος κυλάει πολύ πιο γρήγορα από ότι όταν είσαι πλεγμένος μέσα στις έννοιες. Η έφηβη πλέον Ελένη, έφυγε από την μικρή μας γειτονιά. Ο πατέρας της ήταν στρατιωτικός και έπαιρνε κάθε δύο χρόνια μετάθεση για άλλο μέρος. Για τα Γιαννιτσά, μου είπε την τελευταία μέρα που την συνάντησα, καθώς μου το έκρυβε σχολαστικά «για να μην στεναχωρηθώ» όπως μου είπε εκ των υστέρων. Μια μπόρα είχε ξεσπάσει μέσα στα βαθυγάλανα νερά των ματιών της, όταν μου το ανακοίνωσε. «Φεύγω» και ένα δάκρυ κύλησε καυτό στο μάγουλό της. «Σήμερα με παίρνουν από κοντά σου. Με πηγαίνουν σε ένα άλλο μέρος πολύ μακρυά από εδώ. Μακρυά από εσένα»… Πρέπει να με αγαπούσε πραγματικά. Δεν θα μπορούσα να πω ότι ίσχυε το ίδιο και από την πλευρά μου. Η αλήθεια είναι ότι στην αρχή ήμουν πάρα πολύ ερωτευμένος μαζί της. Καθώς όμως ο καιρός περνούσε, εγώ ήθελα να ολοκληρώσουμε την σχέση μας. Εκείνη πάλι δεν πίστευε ότι είχε έρθει ακόμα η κατάλληλη ώρα. Έτσι με έφερνε συνεχώς προ τετελεσμένου γεγονότος, χωρίς να με αφήσει ποτέ να προχωρήσω. Δε με ευχαριστούσε πλέον, οι φίλοι μου άρχισαν να μου κάνουν καζούρα. «Τι την έχεις την γκόμενα εάν δεν σου κάθεται;». «Παράτα την να δεις πως θα τρέχει από πίσω σου»! μα ο εγωισμός μου δεν με άφηνε να προχωρήσω χωρίς να έχω τελειώσει αυτό που άρχισα. Έτσι, άρχισαν τα ψέματα στους φίλους μου.

Πήγα μια μέρα φαρδύ πλατύς στην πλατεία, φόρεσα το καλύτερό μου χαμόγελο και τους έσκασα την βόμβα: «Παιδιά, έγινε»! κραυγές θαυμασμού και επιδοκιμασίας ακούγονταν στον αέρα. «Σώπα ρε φίλε, την κατάφερες; Πως ήταν; Σου άρεσε;» ήταν μερικές από τις ερωτήσεις που μου έκαναν. Εγώ έβαλα την φαντασία μου να δουλέψει και τους απαντούσα όσο πιο πειστικά μπορούσα. Και η αλήθεια είναι πως ποτέ δεν είχε γίνει τίποτα με την Ελένη, μόνος μου ικανοποιούμουν για πολύ καιρό, ακόμα και όταν εκείνη έφυγε.

Είχα απόλυτη εμπιστοσύνη στους φίλους μου, αλλά εκείνοι φαίνεται πως είχαν μια άλλη άποψη επί του θέματος. Με αυτή την πρόφαση, ξεκίνησαν να κάνουν σχέσεις με άλλες κοπέλες και στο τέλος, εγώ που υποτίθεται πως ήμουν ο πρωτοπόρος, είχα μείνει ο μόνος που δεν είχα πάει ακόμα με κάποια γυναίκα. Και όλοι σιγά σιγά να έρχονται και να μου λένε: «Πόσο δίκιο είχες ρε φίλε!». «είναι υπέροχο κι εγώ το φοβόμουν». Είχα φτάσει σε σημείο παράνοιας καθώς όλο και περισσότεροι έρχονταν να μοιραστούν με εμένα, την εμπειρία τους.

Τελικά, ο μόνος χαμένος της υπόθεσης ήμουν εγώ, όταν αρκετό καιρό μετά την αποχώρηση της Ελένης, είχαμε μαζευτεί μεγάλη παρέα και ανάμεσά τους, και οι πρώην φιλενάδες της Ελένης, όταν ούτε που θυμάμαι πως πήγε εκεί η κουβέντα, ήρθαμε στο επίμαχο θέμα. «Άντε ρε συ Πέτρο, πότε θα ξεχάσεις πια την Ελενίτσα; Έχει πόσο καιρό που έφυγε κι εσύ δεν έχεις κάνει τίποτα από τότε! Μην μου πεις ότι το γύρισες στην μαλακία;». Αυτό ήταν. Η βόμβα είχε πέσει και ήταν αδύνατο να μην με πάρουν τα θραύσματα. Με το που το άκουσε αυτό η Πηνελόπη, αμέσως μια τρομακτική έκφραση θυμού είχε αντικαταστήσει το γλυκύτατο πρόσωπό της –και μάλιστα με αυτή σκεφτόμουν να κάνω κάτι- ,σηκώθηκε πάνω καθαρά προσβεβλημένη για την φίλη της, και έφυγε από το τραπέζι. Εγώ χωρίς να μπορώ να κάνω κάτι, είχα παγώσει από αυτά που είχε ξεστομίσει ο Αλέξης, ύστερα από πέντε λεπτά σηκώθηκα και έτρεξα πίσω από την Πηνελόπη.

«Περίμενε ρε Πηνελόπη, να σου εξηγήσω! Δεν είναι αυτό που νομίζεις!» «και τότε τι είναι ρε! Που είχες ξεφτιλίσει την φιλενάδα μου, που της το έλεγα ότι την έχεις κάνει περίγελο και ότι περηφανεύεσαι παντού για το πουλί σου, κι εκείνη η χαζή δεν ήθελε να το πιστέψει! Πίστευε πως ήσουν διαφορετικός από τους άλλους! Αλλά που να το μάθει! Να δούμε τι θα της πεις τότε!». «Εσύ τι πίστευες για μένα Πηνελόπη;». ήταν μια καίρια ερώτηση, τοποθετημένη την κατάλληλη στιγμή στην συζήτηση. Ήξερα ότι από το γυμνάσιο με γούσταρε πολύ αλλά ποτέ δεν έκανε τίποτα για να μην πληγώσει την κολλητή της. «Κι εγώ πίστευα ότι ήσουν διαφορετικός από τους άλλους. Αλήθεια το πίστευα. Αλλά…τώρα….δεν ξέρω τι να πιστέψω.». τα λόγια της άρχισαν να έχουν μεγάλες παύσεις που δήλωναν την αμηχανία της». «Και ίσως να είμαι Πηνελόπη μου. Εγώ σεβάστηκα την φίλη σου και δεν την άγγιξα ποτέ μου. Ποτέ δεν πέρασα το όρια μαζί της. Αλλά δεν άντεχα την καζούρα των άλλων. Κατάλαβε κι εμένα. Ένα μικρό ψεματάκι της είπα». Η Πηνελόπη εκείνο το βράδυ, ήταν πιο εκθαμβωτική από ποτέ. Φορούσε ένα υπέροχο λευκό φόρεμα με σανδάλια που αναδείκνυαν την φυσική της ομορφιά. Έμοιαζε αρχαία Ελληνίδα Θεά. Ο αέρας φυσούσε και παρέσυρε το φόρεμά της, δημιουργώντας το καλλίγραμμο σώμα της. Κι εκείνη τη στιγμή ήταν εντελώς ανυπεράσπιστη μπροστά μου. Αυτή η σκέψη και μόνο με είχε ερεθίσει αφάνταστα. Πλησίασα σιγά και της έδωσα ένα φιλί στο στόμα. Εκείνη αντιστάθηκε νοερά για λίγο στην αρχή, αλλά δεν άργησε να υποκύψει. Κανείς δεν είπε τίποτα. Τρέξαμε και οι δύο κατευθείαν στο σπίτι της όπου οι δικοί ης έλειπαν σε ταξίδι. Εκεί, έγινε δική μου. Και πάλι θεωρούσα τον εαυτό μου δυνατό και κερδισμένο και σε αυτήν την μάχη. Επιστρέψαμε μετά από μιάμιση ώρα στην παρέα καθαρά ανανεωμένοι και οι δύο. Κανένας δεν κατάλαβε απολύτως τίποτα. Εγώ όμως ήξερα. Κι εκείνο μου έφτανε. Τώρα όμως που το σκέφτομαι ξανά, φέρθηκα πάρα πολύ άτιμα και εγωιστικά. Τα λάθη λοιπόν, είχαν ξεκινήσει από τότε. Γιατί από τότε έπαιρνα ό,τι ζητούσα χωρίς μεγάλη δυσκολία. Ίσως η μόνη κοπέλα που θα έπρεπε να αγαπήσω πραγματικά, να ήταν η Έλενα. Μόνο αυτή κατάφερε να μου αντισταθεί και να μην ενδώσει…

Οι κρυφές συναντήσεις μου με την Πηνελόπη συνεχίστηκαν μέχρι το τέλος του λυκείου. Παράλληλα είχα και άλλες σχέσεις με κοπέλες, αλλά η παρανομία, όπως λένε, είναι πάντοτε πιο γλυκιά. Εκείνη, εκείνη δεν έλεγε τίποτε. Ήξερε. Δεν το κρατούσα κρυφό. Ποτέ όμως δεν αναφέρθηκε σε αυτό το θέμα. Της έφτανε και μόνο που της έδινα σημασία. Αλλά στην πραγματικότητα, δεν της άξιζα. Ή μάλλον, της άξιζα ολόκληρος και να μην με μοιράζεται με καμία. Από την στιγμή όμως που μου δόθηκε χωρίς καμία αντίσταση, το είχε χάσει το παιχνίδι. Δεν μπορούσα να την εκτιμήσω τότε. Δεν μπορώ να πω ότι συμβαίνει το ίδιο και τώρα. Με αγαπούσε και εκείνη. Εγώ όμως ποτέ δεν έβλεπα αυτό που φωτοβολούσε στο ένα μέτρο δίπλα μου, κάθε φορά που βγαίναμε μαζί βόλτα.

Οι εξετάσεις τελείωσαν και πέρασα στην Αθήνα, στο οικονομικό πανεπιστήμιο. Οι γονείς μου με έστειλαν με μεγάλη χαρά. Θα είμαι ο πρώτος πανεπιστήμονας στην οικογένεια και όλοι το διατυμπάνιζαν και χαίρονταν, λες και ήταν επιτυχία δική τους. Εγώ για να πω την αλήθεια, θα προτιμούσα μια καλλιτεχνική σχολή. Μου άρεσε πολύ η ζωγραφική. Περνούσα ώρες ατελείωτες στην σοφίτα του δωματίου μου, που την είχα διαμορφώσει σαν ατελιέ. Αλλά αφού πέρασα εκεί, εκεί θα πήγαινα. Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα παραθυράκια που μου είχαν ανοιχτεί ποτέ. Να φύγω από το σπίτι μου και να πάω να μείνω μόνος στην μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας. Χωρίς δεύτερη σκέψη λοιπόν πήγα. Βρήκαμε ένα ωραίο διαμερισματάκι στο κέντρο της πόλης, αλλά σε ένα ήσυχο σχετικά σημείο. Από εκεί και πέρα, ξεκινάει η φοιτητική ζωή μου.

Δευτέρα 9 Απριλίου 2007

Ήταν ο Νάρκισσος αρκετά όμορφος για να πεθάνει;


Ο μύθος θέλει το Νάρκισσο να θαυμάζει κάθε μέρα την ομορφιά του στη λίμνη, η οποία έμελε να γίνει μια μέρα ο τάφος του, καθώς έπεσε μέσα σε αυτήν και πνίγηκε. Μετά από καιρό, όταν οι νύμφες ρώτησαν τη λίμνη γιατί κλαίει και είχε μετατραπεί σε αμφορέα γλυκού νερού, εκείνη απάντησε για το χαμό του Νάρκισσου. Οι νύμφες την παρηγόρησαν και της είπαν ότι ήταν τυχερή που στις δικές της όχθες έσκυβε κάθε μέρα. «Μα εγώ δεν κοίταζα το Νάρκισσο! Κάθε φορά που εκείνος αυτοθαυμαζόταν μπορούσα να δω την αντανάκλαση της δικής μου ομορφιάς στα δικά του μάτια!». Αυτά ήταν τα λόγια της λίμνης στις νύμφες καθώς η οπτική γωνία από την οποία έβλεπε εκείνη τα πράγματα ήταν διαφορετική από αυτών.

Αυτή η παραλλαγή στη γνωστή ιστορία του Νάρκισσου από τον Oscar Wild με κάνει να θέσω ένα ερώτημα: Κατά πόσο είμαστε σε θέση να εκτιμήσουμε τον ίδιο μας τον εαυτό αλλά και το κατά πόσο μπορούμε να βρούμε την κατάλληλη «αντανάκλαση» για να παρατηρήσουμε την ομορφιά που κρύβουμε μέσα μας. Οι περισσότεροι από εμάς δεν θέλουμε να δεχτούμε αυτό που είναι πηγαίο. Η ομορφιά της ψυχής μας. Μέσω αυτής μπορούμε να κάνουμε θαύματα. Χωρίς να φτάνουμε σε ακρότητες, όπως να ’’πεθάνουμε’’ γι αυτήν. Σίγουρα θα βρεθεί έστω και ένας να εκτιμήσει αυτά που κρύβουμε μέσα μας ως άνθρωποι, με τα πάθη και τις αδυναμίες μας. Τουλάχιστον έτσι ελπίζουμε. Και εν τέλει έτσι είναι. Αλλά πόσοι είναι αυτοί που δεν έχουν κοιταχτεί ακόμα στον καθρέφτη και να αντικρίσουν το είδωλο που θα ήθελαν να έχουν μπροστά τους. Γιατί τόση δυστυχία, όταν μπορείς τόσο εύκολα να γίνεις όσο ευτυχισμένος θέλεις να είσαι; Επειδή έχουν μαζευτεί πολλά πρέπει και ξεπερνούν ακόμα και τα θέλω! Και μην μπερδεύουμε τα πρέπει με τα θέλω. Γιατί πολλές φορές στην εποχή μας γίνεται αυτή η σύγχυση. Όταν θα μπορέσουμε αγαπήσουμε τον εαυτό μας θα γίνουμε όλοι καλύτεροι άνθρωποι. Πιο δημιουργικοί, πιο εκφραστικοί. Και αυτό γιατί αυτό που νοιώθουμε μέσα μας θα θέλουμε να το αποκαλύψουμε σε όλον τον κόσμο. Και όταν και όλος ο κόσμος θα γνωρίζει για τι λέμε καθώς θα είναι και δικό τους βίωμα, τότε θα μπορέσουμε να πάμε μπροστά. Και τότε ίσως είμαστε ΟΛΟΙ σε θέση να ανακαλύψουμε την αντανάκλαση που τόσο πολύ επιθυμούμε…

Αν και ο Νάρκισσος πέθανε από την υπέρμετρη ωραιοπάθειά του, ο θεός Απόλλωνας (Ελπίζω να μην κάνω λάθος, εάν κάνω διορθώστε με στον θεό) είδε ότι δεν κοίταζε την σωματική ομορφιά του, αλλά τα κάλλη της ψυχής του! (Αυτό είναι δική μου παραλλαγή! Τι μόνο ο Oscar Wild δηλαδή;) Έτσι τον μετέτρεψε σε φυτό και τον πέρασε για πάντα στην αιωνιότητα. Αυτό είναι κάτι το δύσκολο για τον καθένα από εμάς. Επιπλέον, ο Νάρκισσος είναι ένας μύθος. Πάντα όμως θα μας θυμίζει ότι το ωραίο, ακόμα και αν το περιορίζουμε ή το κρύβουμε, αυτό δεν θα χάσει την ομορφιά του και όταν θα είναι η ώρα του θα εμφανιστεί και….ένας μύθος θα γεννηθεί!...

Δευτέρα 2 Απριλίου 2007

Το παιχνίδι με τις λέξεις!

Το παιχνιδάκι με τις λέξεις τις οποίες μου έδωσε η Candy θα το δώσω πιο κάτω... Μόνο που είναι λίγο αισθησιακό (Candy μου δεν μου ερχόταν να συνδυάσω τις λέξεις που μου έδωσες κάπως αλλιως...). Περιμένω τις απόψεις σας!






Σε μια κοινή παρέα τελικά συναντηθήκαμε! Είσαι μια υπέροχη παρουσία. Αμέσως σε πλησίασα. Έδειξες ενδιαφέρον… παρόλα αυτά ποτέ δεν έδειξες τα πραγματικά σου αισθήματα για εμένα προτού περάσει αρκετός καιρός… προτού αλώσω το απόρθητο κάστρο της καρδιάς και των χειλιών σου… Αυτή τη στιγμή σε περιμένω για πρώτη φορά στο σπίτι μου. ήταν ο μοναδικός όρος που μου έθεσες όταν γνωριστήκαμε καλύτερα. Και τον δέχτηκα.



Το κουδούνι χτύπησε. Ήσουν εσύ. Φορούσες ένα υπέροχο λευκό φόρεμα που άφηνε να αναδειχθεί το καλλίγραμμο σώμα σου. «Πέρασε» σου λέω σχεδόν σαν υπνωτισμένος από την απαράμιλλη ομορφιά σου. «Να σου βάλω κάτι να πιεις;», «Μια vodka λεμόνι σε παρακαλώ». Η ατμόσφαιρά είναι άκρως ρομαντική. Τα φώτα σβησμένα, ο χώρος φωτίζεται μόνο με κεριά και το ηχοσύστημα αυτή τη στιγμή παίζει το “Something stupid”. Ετοιμάζω και σου προσφέρω το ποτό. Βάζω και σε εμένα μια tequila. Θέλω να ανάψω λίγο την ατμόσφαιρα. Σε κοιτώ και μια σκέψη μου έχει καρφωθεί στο μυαλό. «Απόψε θα γίνεις δική μου!»

Αφού έχουμε πιει τα ποτά μας κατευθυνόμαστε προς την τραπεζαρία που ένα υπέροχο γεύμα φτιαγμένο από εμένα για εσένα μας περιμένει. «Δεν ήξερα ότι σου αρέσει να μαγειρεύεις…», μου λες και βλέπω στα μάτια σου ότι αυτό σου αρέσει και το εκτιμάς. «Μου αρέσει να μαγειρεύω για ανθρώπους που αγαπώ» σου απαντώ. Αν και δεν είναι ένα πολύ πλούσιο γεύμα δείχνεις να σου αρέσει η γεύση του. Είναι φιλέτο κοτόπουλο με μανιτάρια σβησμένο με λευκό κρασί και με γαρνίρισμα τορτελίνια με μπόλικο τριμμένο parmizzano το οποίο έχει λιώσει από τη θέρμη των ζυμαρικών. Κάθε σου μπουκιά και με ανάβει ακόμα περισσότερο. Ακόμα και το φαγητό σου το τρως τόσο ντελικάτα. Αναρωτιέμαι αν είσαι παντού έτσι. Πίνουμε λευκό κρασί και αρχίζει και φαίνεται ότι σε έχει χτυπήσει από τα μάγουλά σου που κάτω από το λεπτό στρώμα πούδρας έχουν αρχίζει και κοκκινίζουν. Έρχεσαι σε ευθυμία και γίνεσαι ακόμα πιο όμορφη από το χαμόγελο που έχει αρχίσει να διαφαίνεται στα υπέροχα χείλη σου. Αρχίζεις και πετάς υπονοούμενα τα οποία αμέσως μεταφράζω. «Ελπίζω όλα να τα κάνεις τόσο υπέροχα όσο το φαγητό!» και μου κλείνεις το μάτι. Όχι, όχι ακόμα, δεν είμαστε έτοιμοι. «Πάμε να καθίσουμε λίγο στη βεράντα; Έχει πανσέληνο απόψε και είναι μαγευτικό το τοπίο… Με ακολουθείς πρόθυμα. Τα κεριά έχουν αρχίσει και σβήνουν στο σαλόνι και το μόνο φως που υπάρχει είναι του φεγγαριού ένα φως παραπλανητικό και σαγηνευτικό. «Η ιδέα σου για την βεράντα είναι υπέροχη. Αυτή η βραδιά θα μου μείνει αξέχαστη» Και ακόμα δεν έχουμε ξεκινήσει σκέφτομαι από μέσα μου. ευχαριστιόμαστε ακόμα ένα ποτήρι κρασί. Το στερεοφωνικό τώρα παίζει το “la vie en rose”. «Είμαι πρόθυμος να σου χαρίσω μια ζωή ρόδινη, εάν το θέλεις κι εσύ βέβαια…». Περιμένω την απάντησή σου. «Μου τελείωσε το κρασί» μου λες και αμέσως πιάνεις το χέρι μου που κρατά το δικό μου ποτήρι. Το φέρνεις με αργές και απαλές κινήσεις στο στόμα μου. αρχίζω και πίνω γουλιά γουλιά το ελιξίριο που έχει αρχίσει και κυλά στο αίμα μου προσδίδοντας μια μικρή απελευθέρωση και στους δυο μας. Και τότε, κολλάς και τα δικά σου χείλη στο ποτήρι μου. απομακρύνεις σιγά σιγά το ποτήρι και τα χείλη μας αρχίζουν και ενώνουν. Ακολουθεί ένα παθιασμένο φιλί. Ο Nat king Cole αρχίζει και τραγουδά το unforgettable. “Απόψε θέλω να γίνω δική σου» μου λες και συνεχίζεις να με φιλάς. Σε παίρνω αγκαλιά και κατευθυνόμαστε έτσι, προς την κρεβατοκάμαρα. Σε αφήνω απαλά στο κρεβάτι. Απόψε θέλω να σε κάνω ευτυχισμένη, σκέφτομαι. Σε γδύνω βασανιστικά αργά. Φιλώντας κάθε σπιθαμή του κορμιού σου. Εσύ στην αρχή φαίνεται να το απολαμβάνεις. Το μόνο που κάνεις είναι να με παρακολουθείς μη γνωρίζοντας την επόμενη κίνησή μου. στη συνέχεια όμως γίνεσαι ανυπόμονη. Παρόλα αυτά απόψε έχω σκοπό να σε τυραννήσω λιγάκι. Ξεκινώ από το λαιμό σου και κατεβαίνω βασανιστικά αργά φιλώντας τα υπέροχα στητά σου στήθη. Τα δάχτυλά μου αρχίζουν και κατεβαίνουν λίγο πιο γρήγορα προς τον αφαλό και αμέσως μετά και πιο κάτω.




Η ’’ευχαρίστησή’’ σου είναι έκδηλή πλέον. Το σώμα σου σε έχει προδώσει. Αλλά όχι μόνο το σώμα σου. Η φωνή σου βγάζει επιφωνήματα απόλαυσης. Και εγώ το απολαμβάνω ακόμα περισσότερο. Οι παλμοί σου γίνονται πιο γρήγοροι, η ανάσα σου πιο κοφτή. Έρχεται το αισθάνομαι. Μου πιάνεις απότομα το χέρι και το δαγκώνεις! Ένα επιφώνημα ηδονής ξεφεύγει! Ανατριχιάζω ολόκληρος! Πάντα ανατριχιάζω όταν συμβαίνει αυτό. Αλλά ακόμα δεν έχω τελειώσει. Σε γυρνάω μπρούμυτα κι ακολουθώ την πεδιάδα της πλάτης σου. Η λεία επιφάνεια έχει αρχίσει και ανατριχιάζει είσαι πολύ κοντά στον δεύτερο οργασμό. Κατεβαίνω ακόμα πιο κάτω, στα αψεγάδιαστα πόδια σου. Και μετά αρχίζει το ταξίδι προς τα πάνω. Φτάνω στον αυχένα σου. Αρχίζω και ανασαίνω και ο θερμός αέρος από τα ρουθούνια μου χτυπάει στο απροστάτευτο γυμνό αυτό μέρος και πετάγεσαι λες και σε έχει χτυπήσει ηλεκτρικό ρεύμα. Δαγκώνω τα αυτιά σου. Ο δεύτερος οργασμός έρχεται. Ουρλιάζεις εκστασιασμένη. Και με κάνεις τον πιο ευτυχισμένο άνθρωπο του κόσμου. Και ο δεύτερος συνοδεύεται από τρίτο. Σε αφήνω να συνέλθεις καθώς έχεις λαχανιάσει. Δεν περνά ούτε ένα λεπτό μόνο με χάδια και αμέσως είσαι έτοιμη. Και τότε, με το ίδιο χαμόγελο που είχες και πριν στο πολλά υποσχόμενο γεύμα λαμβάνεις δράση. Αρχίζεις και με γδύνεις ακολουθώντας πιο γρήγορους ρυθμούς από εμένα. Ένα φιλί στο στόμα. Οι γλώσσες μας ενώνονται. Ξέρεις πώς να ευχαριστήσεις έναν άνδρα, και το δείχνεις. Σε παίρνω αγκαλιά και αρχίζω και εισχωρώ μέσα σου. Αμέσως αισθάνομαι τη θέρμη του σώματός σου. Κοντοστέκεσαι για λίγο. Το μειδίαμα ακόμα δεν έχει σβήσει από τα χείλη σου. Και συνεχίζεις, δίνοντας εσύ τον ρυθμό σε αυτήν την ταλάντωση των σωμάτων μας. Έχουμε γίνει ένα. Και αισθανόμαστε έτσι. Ακούω την καρδιά σου που χτυπά, αλλά για πολύ λίγο, καθώς σε λίγο δεν μπορώ να ξεχωρίζω τον δικό μου από το δικό σου παλμό. Τα πνεύματά μας έχουν ενωθεί όπως ακριβώς και τα σώματα. Έχουν τις ίδιες ακριβώς ανάγκες και επιθυμίες. Και περισσότερο απ' όλα την επιθυμία για έρωτα… ο ρυθμός μας έχει γίνει ακόμα πιο γρήγορος και συνεχίζει να αυξάνεται. Μέχρι που φτάνει στο αποκορύφωμα και έρχεται η λύτρωση! Τελειώνουμε και οι δύο ταυτόχρονα και δυο κραυγές που ακόμα και αυτές ακούγονται σαν μια αντηχούν μέσα στο δωμάτιο. Σωριάζομαι στο κρεβάτι κι εσύ πάνω στο στήθος μου που αρχίζεις και το χαϊδεύεις. «Σ’ ευχαριστώ» μου λες… Αυτό το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι που εξουθενωμένοι κοιμόμαστε και ο δύο αγκαλιά προσπαθώντας να πετύχουμε την τελειότητα που είχαμε πριν από λίγη ώρα. Γιατί τώρα πλέον το ένα έγινε δύο αλλά οι παλμοί παρέμειναν ίδιοι, απόηχοι της ένωσης αυτής…


Με ξυπνούν οι ακτίνες του ηλίου που χτυπούν πάνω στα μάτια μου. τα ανοίγω και γυρνώ στο πλάι σου να σε κοιτάξω που κοιμάσαι τόσο γαλήνια. Ακόμα και όταν κοιμάσαι χαμογελάς. Σηκώνομαι και σου αφήνω στο μαξιλάρι ένα τριαντάφυλλο, αφού πρώτα σε έχω θαυμάσει για λίγη ώρα. Δεν θέλω να σε ξυπνήσω γιατί στον κόσμο που βρίσκεσαι φαίνεσαι τόσο ευτυχισμένη…